ΑΝΤΩΝΑΚΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ


Ο Γρ. Αντωνάκος από το Ελαιοχώρι Αρκαδίας πολέμησε στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο
[Αποστολέας: Δημήτριος Σπυρόπουλος].

Το στρατηγείο έδωσε διαταγή να πάμε στο αλβανικό έδαφος, και το κάθε πυροβόλο θα το φρουρούσαν δύο διμοιρίες. Διά πρώτη φορά να πάει το πυροβολικό μπροστά από το πεζικό.
Όταν έγινε το λάθος και πήρε φωτιά όλη η γραμμή, οι Ιταλοί εγκατέλειψαν τα εφτά χωριά και έπιασαν τους πρόποδες του Μόροβα και του Γράμμου. Μια ημέρα πριν γίνει η εξόρμηση, πήγαν δύο διμοιρίες και δηλητηρίασαν όλα τα σκυλιά των χωριών, και την παραμονή του Αγίου Φιλίππου περάσαμε τα σύνορα και πάτησε το πόδι μας στο εξωτερικό.
Περάσαμε πρώτο και δεύτερο χωριό, και τοποθετήσαμε το πολυβόλα στα παράθυρα των ακραίων σπιτιών. Στις 6 η ώρα έρχεται το πυροβολικό. Στις 6.25 άρχισαν τα πολυβόλα και στις 6.30 άρχισαν οι σάλπιγγες. «Προχωρείτε, προχωρείτε! Του αητού ο γιος» και τροχάδην φτάσαμε σ’ ένα ποτάμι. Πιστεύω ότι το έλεγαν Δεβόλη. Ήταν περίπου δέκα μέτρα φαρδύς, με νερό και ακουμπώντας το όπλο τον περάσαμε. Όταν περνάγαμε το ποτάμι, μας έβαλαν οι Ιταλοί με αραιά πυρά και από μακριά. βγαίνοντας από το ποτάμι, ήταν ένα χτήμα με ετιές. Η διμοιρία είχε διάταξη δύο εμπρός και μία πίσω. Οι δύο ομάδες είχαν ακροβολιστεί και η δική μου πήγαινε κατά στοιχία, που μια σφαίρα πολυβόλου μας πέρναγε όλους.
Όταν βγήκαμε από τις ετιές, δεχτήκαμε πυρά πολυβόλου. Γύρισα πίσω πέντε με έξι μέτρα και ηύρα μια ετιά όρθια και μια κομμένη στους 40 πόντους, και πήρα το οπλοπολυβόλο από τον σκοπευτή. Εμπρός ήταν πέντε πολυβόλα (ιταλικά) πρόχειρα και σκεπασμένα με αντίσκοινο χρωματιστό, και φαινόταν μια τρύπα διά το πολυβόλο. Μόλις έριξα δύο με τρεις ταινίες, σήκωσε το πρώτο πολυβολείο λευκή πετσέτα. Χτύπησα το δεύτερο, το ίδιο και αυτό, το ίδιο και το τρίτο. Έδωσα στον σκοπευτή το οπλοπολυβόλο και του είπα να χτυπήσει τα δύο πολυβολεία. Μια ριπή στο ένα και μια στο άλλο. Και αυτά το ίδιο έκαναν και παραδόθηκαν. Επήρα δύο άνδρες με εφ’ όπλου λόγχη και έμασα 47 αιχμαλώτους. Τρεις αξιωματικούς και 44 στρατιώτες.
Στο πρώτο πολυβολείο, όταν τους αφόπλιζα, ήλθε ένας λοχίας από τις καθηλωμένες ομάδες και χτυπάει έναν 2-3 σκαμπίλια, και του είπε: «Θα μας σκοτώστε κιόλα;» Τον μάλωσα και του είπα: «Λεωνίδα, ο αιχμάλωτος είναι ιερό πράγμα». Το ίδιο έκανα και στα άλλα πολυβολεία. Ήταν οι πρώτοι αιχμάλωτοι που έπιασε το σύνταγμά μας. […]