ΜΟΥΤΣΟΚΑΠΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ


Ο Ι. Μουτσοκάπας πολέμησε στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο
[Αποστολέας: Δημήτριος Ιωάννου Μουτσοκάπας].

15/11/1940 Παρασκευή
Ευτυχώς θα πάρουμε από μισό κουτί τσιγάρα. Σήμερα διαβάσαμε εφημερίδες της 14ης Νοεμβρίου. Πραγματικό ρεκόρ ταχύτητος για τις συγκοινωνίες μας. Το βράδυ θα μετακινηθούμε και εμείς. Γράμμα από τους δικούς μου δεν είχα. Ελπίζω να είναι όλοι καλά. Το μεσημέρι παρακολουθήσαμε την εξέλιξη μιας θεαματικής αερομαχίας. Τελικά καταρρίφθηκε ένα ιταλικό βομβαρδιστικό και συνελήφθησαν οι τρεις Ιταλοί αεροπόροι. Στις 2.30 μ.μ είχαμε αεροπορική επιδρομή. Συσσίτιο είχαμε στις 5.30 μ.μ. και στις 7.00 μ.μ. αναχωρούμε για Κομνηνάδες. Ο Θεός μαζί μας. Περάσαμε από τα χωριά Αγία Κυριακή, Οινόη, Άνω Φτεριά, Κάτω Φτεριά και φτάσαμε στους Κομνηνάδες στις 01.30 μετά τα μεσάνυχτα. Στο δρόμο συναντήσαμε φάλαγγα με 450 Ιταλούς αιχμαλώτους. Ο δρόμος είναι ελεεινός. Το ηθικό όλων μας όμως είναι άριστο. Στις 02.30 τα χαράματα πέσαμε να κοιμηθούμε. Μετά από πολλές μέρες θα κοιμόμασταν επί τέλους κάτω από σκεπή, μέσα σε σπίτι.

16/11/1940 Σάββατο
Το πρωί ξυπνήσαμε από τους κανονιοβολισμούς του βαρέως πυροβολικού (Παπατέρπου) που βρίσκεται σχεδόν μέσα στο χωριό. Κι άλλη πολυτέλεια σήμερα. Για πρώτη φορά φάγαμε ζεστό τσάι από καραβάνα. Τα αεροπλάνα μάς τρέλαναν με τους συνεχείς βομβαρδισμούς αλλά τα έχουμε πλέον συνηθίσει, και το ηθικό όλων παραμένει πολύ υψηλό. Όσο για την ευστοχία τους, ευτυχώς, όλες τους οι εξορμήσεις ήταν χωρίς αποτέλεσμα. Οι μονάδες του πεζικού μας, που βρισκόταν μέσα και γύρω από το χωριό, προωθήθηκαν προς τα εμπρός για να συναντήσουν τους Ιταλούς που συνεχώς υποχωρούν. Πριν από την άφιξη του στρατού μας στο χωριό είχαν στρατοπεδεύσει οι Ιταλοί. Μετά την επίθεση των Ελλήνων υποχώρησαν ατάκτως και εγκαταλείψανε πίσω τους τα πάντα. Όλοι οι φαντάροι μας είναι ντυμένοι με ιταλικά καινούργια εσώρουχα που βρήκαν στις αποθήκες υλικού που εγκατέλειψαν οι Ιταλοί. Όλοι το μόνο θέμα που συζητούν και σχολιάζουν είναι η απόλυτα επιτυχής προέλαση των δυνάμεών μας. Στις τρεις μετά τα μεσάνυχτα πέρασαν προς τα μετόπισθεν άλλοι 300 Ιταλοί αιχμάλωτοι. Οι πυροβολαρχίες μας διαρκώς μετακινούνται όλο και περισσότερο προς τα αλβανικά σύνορα καθώς υποχωρούν οι Ιταλοί. Οι εμπροσθοφυλακές μας βρίσκονται ήδη στα προπολεμικά μας φυλάκια. Στις έξι τα χαράματα αρχίζει να προωθείται το βαρύ πυροβολικό. Συγχρόνως αρχίζει να μετακινείται και μια πεδινή πυροβολαρχία. Η περιοχή είναι γεμάτη λάσπες από τη συνεχή βροχή και η πεδινή πυροβολαρχία σταμάτησε πριν καλά καλά να ξεκινήσει όταν κώλυσε στο βούρκο. Κάτοικοι του χωριού με βουβάλια και βόδια σπεύδουν και βγάζουν τα πυροβόλα μέχρι τον χωματόδρομο που είναι μεν ελεεινός αλλά δεν έχει πολλή λάσπη και μπορούν να κινηθούν. Τις πυροβολαρχίες μας ακολουθούν γέροι του χωριού και παιδιά, ηλικίας από 18 ετών τα μεγαλύτερα μέχρι και 14 τα μικρότερα, με κάρα που είναι φορτωμένα με πυρομαχικά. Στο χωριό έχουν μείνει μόνο τρεις τέσσερις πολύ ηλικιωμένοι. Αργά το βράδυ ολοκληρώνεται η κατάληψη του Μοράβα και συλλαμβάνονται πολλοί αιχμάλωτοι.

21/11/1940 Πέμπτη
Ο καιρός συννεφιασμένος και πάλι. Όλο το πρωινό περνάει ήρεμα χωρίς τίποτε το ιδιαίτερο. Μετά το φαγητό με τον ανθυπασπιστή Οικονόμου, τον Βαρβούτη, και τον Κλίγκο, με διαταγή ξεκινάμε για να δούμε τρεις πυροβολαρχίες Ιταλών εγκαταλελειμμένες. Η θέση των πυροβολαρχιών είναι αρκετά μακριά. Θα χρειασθούμε δύο ώρες για να φθάσουμε. Περνάμε από το χωριό Κάσνιτσα [Koshnice]. Μας επιτίθεται ένα ιταλικό αεροπλάνο και από πολύ χαμηλό ύψος μάς ρίχνει δώδεκα συνολικά βόμβες χωρίς επιτυχία πριν απομακρυνθεί. Συνεχίζουμε, και στη διαδρομή μας παρατηρούμε ότι όλοι οι λόφοι στη γύρω περιοχή είναι γεμάτοι χαρακώματα. Όπου να κοιτάξεις, βλέπεις γύρω σου πολυβόλα, οπλοπολυβόλα, όπλα διάφορα, αλλά και είδη ιματισμού πεταμένα εδώ και εκεί. Ανάμεσα σε όλα αυτά υπάρχουν και νεκροί. Ένα θέαμα τρομερό, μακάβριο, αποκρουστικό. Επί τέλους φθάνουμε στην θέση των πυροβολαρχιών. Εδώ η καταστροφή είναι ακόμη μεγαλύτερη. Η άτακτη φυγή των Ιταλών είναι καταφανέστατη. Υπάρχουν συνολικά δώδεκα πυροβόλα εγκαταλελειμμένα στις θέσεις τους. Τα δύο από αυτά έχουν ακόμη οβίδες μέσα στις θαλάμες τους. Μπροστά από τα πυροβόλα υπάρχουν πολυβόλα, όλμοι κ.λπ., που δημιουργούν μια γραμμή αμύνης για προστασία των πυροβόλων. Στα πολυβόλα οι ταινίες με τα φυσίγγια είναι περασμένες και χρησιμοποιημένες μέχρι τα μισά. Απορεί κανείς για το έγινε και δεν πρόλαβαν ούτε καν τα φυσίγγια των πολυβόλων να ρίξουν πριν τραπούν σε άτακτη φυγή. Βέβαια και εδώ δεν λείπουν οι νεκροί. Δεν λείπουν αυτοί που άφησαν εδώ την τελευταία τους πνοή. Πάνω στα κακοτράχαλα και παγωμένα βουνά της Αλβανίας, μακριά από τ’ αγαπημένα τους πρόσωπα. Πίσω από τα κανόνια και λίγο πιο αριστερά μέσα στο βουνό υπάρχουν αποθήκες πυρομαχικών. Παντού υπάρχουν στημένα αντίσκηνα και μέσα σ’ αυτά βρίσκονται όλα τα είδη των ανδρών που μένανε σ’ αυτά. Πραγματική καταστροφή. Φαίνεται πως εδώ ήταν η έδρα κάποιας μεραρχίας, αλλιώς δεν δικαιολογείται ο πλούτος που υπάρχει. Βαλίτσες, κιβώτια, μεταξωτά εσώρουχα, καινούργια μαγειρικά σκεύη από αλουμίνιο Αύριο θα στείλω δικούς μας να πάρουν για μας δυο μεγάλα καζάνια. Είναι τόσο μεγάλη η καταστροφή γύρω, που είναι δύσκολο αν όχι αδύνατο να περιγράψει κανείς τα πάντα. Αυτή είναι η μόνη λέξη που ταιριάζει: ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ. Άνθρωποι και άλογα νεκροί δεξιά και αριστερά. Σκηνές σκισμένες και όλα τα είδη σκόρπια. Στις 04.30 φεύγουμε παίρνοντας τον δρόμο της επιστροφής και φθάνουμε στις 06:15 στη βάση μας. Στις 07.30 φεύγω για υπηρεσία στη Μέγγουλα [Menkulas]. Όταν έφθασα εκεί, έμαθα πως στην Ποντζάρα [Poncare] ένα εχθρικό αεροπλάνο έριξε τρεις βόμβες και σκότωσε έξι δικούς μας και τραυμάτισε άλλους τέσσερις. Λυπήθηκα, και περισσότερο για έναν λοχία που ήταν γνωστός μου. (Μακρυγιάννης). Στις 09.00 το βράδυ επέστρεψα στη βάση μας στο Σούλι (Sul).

27/11/1940 Τετάρτη
Ήρθε διαταγή να μετακινηθούμε στο χωριό Μαλίκι [Maliq], που βρίσκεται σε απόσταση 15 χιλιόμετρα μετά την Κορυτσά [Korce]. Στις 05.00 μ.μ. αναχωρούμε. Κάνει φοβερό κρύο, και γι’ αυτό κατεβαίνουμε από τα άλογα και πεζοπορούμε δίπλα τους, προκειμένου να μας προστατεύουν λίγο από τον παγωμένο αέρα αλλά και να ζεσταινόμαστε κάπως καλύτερα από το περπάτημα. Τα νερά στον δρόμο είναι εντελώς παγωμένα. Περάσαμε πάνω από τον Μοράβα σε υψόμετρο 1.650 μέχρι 1.700 μέτρα, και στη συνέχεια μέσα από δύο χωριά. Στην Κορυτσά μπήκαμε στις 09.15 μ.μ. Είναι όμορφη πόλη με ωραία κτίρια, όμως είναι νύχτα, και λίγα είναι αυτά που προλαβαίνουμε να δούμε γιατί χωρίς να σταματήσουμε συνεχίζουμε να πεζοπορούμε κατάκοποι πλέον για το χωριό Μαλίκι. Τα άλογα που βαδίζουν δίπλα μας είναι σκεπασμένα με τα καλύμματά τους. Η υγρασία πάνω στα καλύμματα παγώνει και έχει δημιουργήσει ένα στρώμα που μοιάζει περισσότερο με χιόνι παρά με πάχνη. Το κρύο συνεχίζει αμείωτο. Όταν φθάσαμε στο χωριό Μαλίκι η ώρα ήταν 01.00 μετά τα μεσάνυχτα. Στις 10.00 μ.μ. δηλαδή τρεις ώρες πριν από εμάς έφθασε εδώ και το τάγμα του Σακαβάρα.

1/1/1941 Τετάρτη
Ο Λάμπρος μάς έφερε κουραμπιέδες και γλυκά, καθώς και βασιλόπιτα. Τη δραχμή βρήκε ο Ρούσσος. Ο Αλβανός στην καλύβα του οποίου μέναμε ήρθε και μας έπαιξε μπουζούκι. Μέχρι τις 12 είχαμε τραγούδια. Σβήσαμε το φως, κατά τα συνηθισμένα, με την αλλαγή του χρόνου. Στις 8 σηκωθήκαμε και έφυγε ο Γιάνκος με τον Λάμπρο για το παρατηρητήριο. Γιορτάζουν δύο Βασίληδες, ο Οικονόμου και ο Τσίκρας. Η μέρα μας πέρασε καλά και με συνεχή κανονιοβολισμό. Ένας συνάδελφος του 32ου Συντάγματος ήρθε με το κλαρίνο του και με παρέα και χορέψαμε στην αυλή. Τα κανόνια συνέχιζαν να βάλουν, τη μια στιγμή έβρεχε και την άλλη χιόνιζε, αλλά και ο χορός, χορός. Ο καινούργιος χρόνος ευχόμεθα να είναι νικηφόρος και να μας φέρει ειρήνη.

2/1/1941 Πέμπτη
Ο καιρός γύρισε στον νοτιά. Τα τμήματα πρώτης γραμμής εφοδιάσθηκαν με λευκούς μανδύες. Το σύνταγμά μας ξαναμπήκε στην μάχη. Στην ΙΙΙ Μοίρα του (Μποστικάρη), οι πυροβολητές, αφού χόρεψαν, άρχισαν το κανονίδι. Κατελήφθη ένα σπουδαίο ύψωμα προ της Κορίτσας (βουνό).

25/11/1940 Δευτέρα
Την προηγούμενη μέρα οι τελευταίες ώρες της μετακινήσεως ήταν νύχτα με απόλυτο σκοτάδι. Έτσι δεν ήταν δυνατόν να ξέρουμε πού ακριβώς βρισκόμαστε και τι υπάρχει γύρω μας. Το πρωί όταν ξημέρωσε ο Θεός τη μέρα, μόνο τότε μπορέσαμε να έχουμε πλήρη εικόνα για το πού βρισκόμασταν. Ήμασταν μέσα σ’ ένα δάσος από οξιές. Το χωριό Ντάρντα [Dardhe] είναι πάνω στις κορυφές του Μοράβα σε υψόμετρο 1.400 μέτρα. Παρά τη βροχή που πέφτει, θα πρέπει στις 02.00 μ.μ. με τον ανθυπασπιστή Οικονόμου και ομάδα αγγαρείας να επιστρέψουμε στο Βόζιγκραντ [Bozhigrad] για ανεφοδιασμό. Ο σταθμάρχης μάς ζήτησε δύο άλογα γιατί έπρεπε να πάει με έναν ταγματάρχη στο Ύψωμα 1720. Εκεί οι Ιταλοί υποχωρούντες κατακρεούργησαν κυριολεκτικά τρεις Έλληνες αιχμαλώτους των. Ήταν ένας ανθυπασπιστής και δύο στρατιώτες μας.

2/4/1941 Τετάρτη
Σμήνη εχθρικών αεροπλάνων με κατεύθυνση προς το εσωτερικό. Κατά την επιστροφή των ένα κατερρίφθη κοντά μας. Ένας διεσώθη δι’ αλεξιπτώτου. Το απόγευμα πήγα στο αεροπλάνο. Είναι τρικινητήριο μεγάλο. Ο ένας κινητήρας βρέθηκε 1.000 μέτρα μακριά από την άτρακτο του αεροσκάφους. Οι πέντε επιβαίνοντες εκάησαν. Οι άνδρες μας φρόντισαν για την ταφή τους στη σκιά ενός δένδρου. Το αεροπλάνο έγινε παρανάλωμα του πυρός. Ένα δεύτερο τρικινητήριο έπεσε σε άλλο σημείο του μετώπου.

9/4/1941 Τετάρτη
Το πρωί μάθαμε ότι οι Σέρβοι διεσπάσθησαν και κατελήφθη η Δοϊράνη. Δεν θέλουμε να το πιστέψουμε, καίτοι εν συνεχεία η πληροφορία αναφέρει ότι σπεύδουν Άγγλοι και Σέρβοι προς αναχαίτησή των. Ας ελπίσουμε ότι τούτο θα καταστεί δυνατόν. Η Τουρκία τι κάνει; Αίνιγμα παραμένει η στάση της. Καημένη Ελλάς, θα δεχθεί όλο το βάρος. Τι σου επιφύλασσε η μοίρα. Τι να πρωτοσκεφθώ; Τους δικούς μου στην Καβάλα; [Σημ.: Αναφέρεται στον αδερφό του και τους συνεργάτες του στην εφημερίδα.] Ή τους άλλους μισούς στο Καταφύγι; [Σημ.: Χωριό του νομού Κοζάνης, όπου βρισκόταν οι γονείς του, η γυναίκα του και ο γιος του.] Ας μας φυλάξει όλους μας ο Θεός εν υγεία. Αργά μάθαμε ότι η Θεσσαλονίκη κατελήφθη. Αν είναι αληθές η κατάσταση θα εξελιχθεί ραγδαίως.

10/4/1941 Πέμπτη
Δυστυχώς είναι γεγονός η κατάληψη της Θεσσαλονίκης. Οργιάζουν οι διαδόσεις, εφημερίδες δεν πήραμε. Έλαβα γράμμα του πεθερού μου πως φύγανε για το χωριό. [Σημ.: Αναφέρεται στον πεθερό του, τον Δήμο Δημάδη, και τις τρεις μικρότερες ανύπανδρες αδερφές της γυναίκας του.] Θα τα χάσουμε όλα; Έγραψα γράμματα στην Καβάλα και στο χωριό. Κατεχόμεθα από αγωνία. Να μην ξέρεις τι γίνεται είναι μεγάλο κακό. Μόνο στον Θεό πλέον επαφιέμεθα, καίτοι το θάρρος για τον αγώνα δεν απέλειπε από κανένα. Μόνο σαν παράπονο για τις θυσίες μας επί 5 μήνες εκδηλούται από όλους. Ο αγών των τμημάτων μας συνεχίζεται.

22/4/1941 Τρίτη
Φεύγουμε στις 9.00 π.μ. από τον Βελβενδό. Εγώ πήρα και ένα γαϊδουράκι γιατί με πονούν τα πόδια φοβερά και δεν μπορώ να βαδίσω. Κουρελήδες όπως είμεθα, και ύστερα από τόσες επιτυχίες στην Αλβανία, ξαναγυρίζουμε στην πατρίδα τσακισμένοι κυριολεκτικά. Όλοι παρηγορούμεθα με τη σκέψη πως θα ξαναδούμε τους δικούς μας και με την ελπίδα μιας καλυτέρας αύριον, αρκεί να τελειώσει ο πόλεμος. Στο χωριό φθάνουμε στις 12.00 το μεσημέρι. Πολύς κόσμος περιμένει τους δικούς του να γυρίσουν. Ποιους, άραγε, η μοίρα διάλεξε φρουρούς για πάντα των αλβανικών βουνών, ενώ οι δικοί τους περιμένουν την επάνοδό τους; Αιωνία ας είναι η μνήμη τους και ελαφρό το χώμα που τους σκέπασε. Κακόμοιρα παιδιά, αθάνατα ελληνικά νιάτα. Όσοι όμως ζήσαμε τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο στα αλβανικά βουνά δεν ξεχνούμε και μια άλλη τάξη μετά τους νεκρούς μας. Τους ανάπηρους και γενικά τους τραυματίες, κυρίως όμως τους πρώτους. Τι θα απογίνουν αυτοί.
Μπήκαμε στο χωριό μας πλέον. Μας χαιρετούν όλοι για την επάνοδό μας και ξεχωριστά οι οικείοι μας. Ο πόλεμος με την Ιταλία, που άρχισε σαν άμυνα και κατέληξε σε λαμπρή εξόρμηση, νικηφόρα, τελείωσε άδοξα για μας. Λόγω της γεωγραφικής μας θέσεως, βρεθήκαμε στον δρόμο του μεγαλύτερου στρατού του κόσμου. Ποια θα είναι η θέση των Ελλήνων στη νέα Ευρώπη; Ας ελπίσουμε ότι δεν θα παραγκωνισθούμε.