Ο Γ. Ροϊλός υπήρξε διακεκριμένος νομικός και εξέχον μέλος του Ελληνισμού της Αιγύπτου την εποχή του 1940. Την περίοδο 1951-1958 διετέλεσε πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητος Καΐρου
[Αποστολέας: Λάμπρος Ροϊλός].
«Από 45 ημερών η Ελλάς έχει υποστεί την πλέον άνανδρον και την πλέον άδικον επίθεσιν, την διά της επιδόσεως ενός ανόητου τελεσιγράφου… (από την φασιστική Ιταλία του Μουσολίνι)… Με ένα ψευδές και ανύπαρκτο πρόσχημα… Ο σκοπός ‒ποιος άλλος να ήταν;‒ από το να μας κατακτήση ολόκληρους και να μας υποδούλωση στην βαριά του μπότα;… Αυτό είναι μια κατάσταση που δεν μπορεί να γίνει ανεκτή από κανέναν Έλληνα… Επολέμησαμεν και μαχόμεθα λοιπόν δι’ ό,τι προφιλέστερον έχει ο άνθρωπος. Διά την περίσωσιν της εθνικής και ατομικής μας ελευθερίας, εις την παρούσαν και τας μέλλουσας γενεάς, και δι’ αυτό δεν θα σταματήση ποτέ η αντίστασίς μας.
Και αν ποτέ, πράμα τελείως αδύνατον, υπό το κράτος πολλαπλασίων δυνάμεων έσπαζεν η πρώτη γραμμή μας… τα βουνά της Ελλάδος θα επλημμύριζον από καινούργιους αρματωλούς και κλέφτες… ως την ημέρα ενός νέου 1821…
Η ιδική μας ιστορία έχει αδιάσπαστη συνοχή. Προ 25 αιώνων αντήχησε το “Μολών λαβέ” του Λεωνίδα. Το ξαναείπε με άλλα λόγια ο Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος πριν 500 χρόνια στον Μωάμεθ… Το ξαναείπαν προ 120 χρόνων ο Αθανάσιος Διάκος στην Αλαμάνα.
Θέλεις αυτό το ίδιο “Μολών λαβέ” να το ξανάβρης και σήμερα; Δεν έχεις παρά να μεταφερθής στις 3 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940 στην σκάλα ενός σπιτιού της Κηφισιάς όπου ο πρωθυπουργός της Ελλάδος σού το φώναξε όπως και λίγο αργότερα το βροντοφώνησεν ο συναγερμός των Αθηναϊκών δρόμων… Θέλεις να ξαναβρής τα κατορθώματα του Θεμιστοκλή; Θα τα ξαναβρής ίδια και μεγαλύτερα δεκάδες αιώνων αργότερα μόλις προ 120 χρόνων στα κατορθώματα του Μιαούλη και του Κανάρη… Όλη η ιστορία μας είναι μια ζωντανή συνέχεια.
Το ρεζίλεμα και τη σφαγή των ορδών σου από τους ευζώνους μας στις χαράδρες της Πίνδου, δεν τώπαθαν μόνον οι Πέρσαι προ 25 αιώνων, τώπαθαν οι ορδές του Δράμαλη στο Δερβενάκη, από τους άμεσους προγόνους των ίδιων αυτών ευζώνων, μόλις πριν 120 χρόνια.
Εκεί που καταπιάσθηκες να μπης, απερίσκεπτε, κυνηγώντας εύκολες και άμαχες, όπως ενόμιζες, δόξες, στην ζηλευτή μας Ήπειρο, ξέρεις τι μέρη θα εύρισκες;
Εκεί είναι το Σούλι που μια δράκα αγωνιστών στους ψηλούς του βράχους εξευτέλισαν σουλτάνους και σατράπες… Ξέρεις τι θα εύρισκες παρακάτω; Το Ζάλογγο. Εκεί ένα πρωϊνό πιαστήκανε αγκαλιά και χόρεψαν τον ηρωικότερο και τραγικότερο χορό του κόσμου, λεβέντισες, Ηπειρώτισες, για να μην πέσουν στα χέρια του εχθρού… Ξέρεις τι θα εύρισκες παρακάτω; Τα λιμέρια του Τζαβέλα και του Βλαχάβα, και αν θες και πιο πρόσφατα ακόμη το Μπιζάνι. Πιο κάτω το Χάνι της Γραβιάς και το γεφύρι της Αλαμάνας.
Και ξέρεις τι βρήκε παρακάτω πριν 120 χρόνια ένας επιδρομέας χίλιες φορές πιο γενναίος από σένα; Το Μεσολόγγι! Εκεί βάσταξε μια αντίσταση που ξεσήκωσε ρίγη θαυμασμού στην ανθρωπότητα όλην.
Τα ίδια βράχια, τα ίδια βουνά και τους δισέγγονους των ίδιων ηρώων θα εύρισκες, αν μπορούσες να μπεις στο Ελληνικό έδαφος, περνώντας την Πίνδο. Αλλά ούτε μπόρεσες, ούτε θα μπορέσεις ποτέ.
Γι’ αυτό καλύτερα να σου θυμίσω έναν άλλο ήρωα της ιστορίας μας:
Όταν οι τελευταίες σου βάρκες θα προσπαθούν να απομακρυνθούν από τις ματωμένες ακτές, θα δης μυριάδες εκδικητικά χέρια να τις γραπώνουν και να τις συγκρατούν. Τότε θα θυμηθής τον Κυναίγειρον, που στον Μαραθώνα, όταν τούκοψαν τα χέρια οι φυγάδες Πέρσαι, άρπαξε με τα δόντια του τη βάρκα, και έχασε το κεφάλι του διά να προλάβουν οι σύντροφοί του να σφάξουν τους φυγάδες.
“Κυναίγυροι” θα ορθωθούν μπροστά σου στην Αυλώνα και στο Δυρράχιο μεθαύριο.
Και στην Αθήνα θα φθάσει πάλι ο δοξασμένος πολεμιστής για να φωνάξει ξεψυχώντας την αρχαία κραυγή των Μαραθωνομάχων: “Νενικήκαμεν”.
Και η Ελλάς που έδειξε πώς θέλει να ζήση, θα ζήση πάλι περήφανη και ελεύθερη.»